Με αφορμή τη συμπλήρωση 100 χρόνων από την απελευθέρωση της Μακεδονίας πραγματοποιήθηκε στην αίθουσα της Θρακικής Εστίας Βέροιας , στις 12 Δεκεμβρίου 2012, εκδήλωση με θέμα: «Ο πρώτος διωγμός των Ελλήνων στην Ανατολική Θράκη 1913-1918». Βασική ομιλήτρια στην εκδήλωση, στην οποία συνδιοργανωτές ήταν η Θρακική Εστία Βέροιας και οι Φίλοι του Βυζαντινού Μουσείου Βέροιας, ήταν η φιλόλογος και ιστορικός κ. Βασιλική Τσακόγλου.

 

Η Βασιλική Τσακόγλου γεννήθηκε στο Άδενδρο της Θεσσαλονίκης από Ανατολικοθρακιώτες γονείς. Φοίτησε στο Τμήμα Αρχαιολογίας και ιστορίας της Τέχνης της Φιλοσοφικής Σχολής του Α.Π.Θ., όπου και έκανε τις μεταπτυχιακές της σπουδές στη Νεότερη Ελληνική Ιστορία. Δίδαξε για 31 χρόνια στην Ιδιωτική και Δημόσια Μέση Εκπαίδευση, καθώς και για μια 5ετία σε ελληνικά σχολεία της Δυτ. Γερμανίας, με ιδιαίτερη αγάπη για το μάθημα της Ιστορίας. Ευαισθητοποιήθηκε ιδιαίτερα στο θέμα του διωγμού των Ελλήνων από την Ανατολική Θράκη, λόγω της καταγωγής της, με αποτέλεσμα να ασχοληθεί με το θέμα αυτό και να εκδώσει βιβλίο με τίτλο: «Ο πρώτος διωγμός των Ελλήνων στην Ανατολική Θράκη 1913-1918».

Με ιδιαίτερη συγκίνηση παρακολούθησαν οι παρευρεθέντες  την ομιλία της κ. Τσακόγλου, μιας και η ομιλήτρια αναφέρθηκε στα συγκλονιστικά γεγονότα των διωγμών των Ελλήνων από τις πατρογονικές τους εστίες, που είχαν αρχίσει από το 1913, στη διάρκεια των Βαλκανικών πολέμων.

Αξίζει να αναφερθούμε σε κάποια σημεία της ομιλίας της κ. Τσακόγλου με ιδιαίτερη ιστορική σημασία:

«Το ζήτημα του Διωγμού στην Ανατολική Θράκη βρίσκεται στο επίκεντρο μεγάλων γεγονότων και ανατροπών σε επίπεδο πολιτικό, στρατιωτικό και διπλωματικό, αποτελεί δε τμήμα μιας πολιτικής συστηματικών διωγμών που εφήρμοσαν οι Νεότουρκοι για την αποκάθαρση του οθωμανικού κράτους από αλλογενείς κι αλλόθρησκες εθνότητες. Όμως είναι ενδεικτικό ότι αυτή η πολιτική εφαρμόστηκε για πρώτη φορά και σε τέτοιο εύρος στον χώρο που περιέβαλλε την οθωμανική πρωτεύουσα – μία περιοχή ύψιστης γεωπολιτικής και στρατηγικής σημασίας: κοιλάδα του Έβρου, σύνορα με τη νεοσύστατη
Βουλγαρία και την Ελλάδα (Δυτική Θράκη), Στενά του Ελλήσποντου, διαβαλκανικοί-διηπειρωτικοί οδικοί άξονες (Εγνατία και Διαγώνιος), λιμάνια στη Θάλασσα του Μαρμαρά, ευρωπαϊκές ακτές της Μαύρης Θάλασσας, έλεγχος της βόρειας εισόδου του Βοσπόρου, με άλλα λόγια ο έλεγχος του μοναδικού θαλάσσιου δρόμου μεταξύ Μεσογείου και Εύξεινου.
Προσπάθειες αλλοίωσης της εθνολογικής σύστασης της ιστορικής και ενιαίας Θράκης, με βιαιοπραγίες, φόνους, λεηλασίες και εκβιασμούς, είχαν ήδη αρχίσει από την επομένη κιόλας της δημιουργίας της βουλγαρικής Εξαρχίας (1870) και της απόσχισής της από το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Βλέψεις για την Θράκη είχαν και οι Βούλγαροι, οπότε ήταν απαραίτητη η αλλαγή των συσχετισμών ανάμεσα σε Μουσουλμάνους και Χριστιανούς στα οθωμανικά εδάφη. Οι επεμβάσεις εντάθηκαν μετά την ίδρυση του Βουλγαρικού Πριγκιπάτου (1878), καθώς η οθωμανική εξουσία εγκαθιστούσε στην Ανατολική Θράκη τους Μουσουλμάνους πρόσφυγες που έρχονταν από τα νέα βαλκανικά κράτη (κυρίως εξισλαμισμένοι σλαβικοί πληθυσμοί), κι απέκτησαν τη μορφή των συστηματικότερων διωγμών με την ανάληψη της εξουσίας από τους Νεότουρκους (μετά το 1908).

Τα πολεμικά γεγονότα των δύο Βαλκανικών Πολέμων διατάραξαν πλήρως την κοινωνική, οικονομική και πολιτιστική ζωή, κορύφωσαν τις εντάσεις κι οδήγησαν στα άκρα την κατάσταση, αφού η Θράκη υπήρξε θέατρο των πολέμων κι, επιπλέον, ένα μεγάλο τμήμα της κατακτήθηκε πρόσκαιρα από τα βουλγαρικά στρατεύματα που επιδόθηκαν σε πρωτοφανείς καταστροφές. Ο ελληνισμός της Ανατολικής Θράκης και γενικότερα της Θράκης βρέθηκε ανάμεσα στις συμπληγάδες της βουλγαρικής προέλασης (έως τα περίχωρα της Κωνσταντινούπολης) και της τουρκικής υποχώρησης από όλα τα ευρωπαϊκά μέτωπα, γεγονός που προκάλεσε μεγάλη αναταραχή κι αλυσιδωτές αντιδράσεις. Οι νέοι κατακτητές βιάζονταν να παγιώσουν την κατοχή τους και οι ηττημένοι κατέχονταν από αισθήματα μίσους και αντεκδίκησης εναντίον όλων των Χριστιανών. Εκείνοι που βρέθηκαν μπροστά τους ήταν οι Έλληνες.

Με το τέλος των Βαλκανικών Πολέμων, οι Νεότουρκοι, με αφορμή την παραχώρηση των νησιών του Βορειοανατολικού και Ανατολικού Αιγαίου στην Ελλάδα –κι έχοντας χάσει την Θεσσαλονίκη–, έθεσαν σε εφαρμογή παλαιότερες αποφάσεις: να εκκαθαρίσουν τη χώρα τους από τα μη μουσουλμανικά στοιχεία. Οι διώξεις, οι δημόσιοι εξευτελισμοί, η οικονομική απομόνωση και οι κάθε λογής βιαιότητες άρχισαν το φθινόπωρο του 1913. Ο συμπαγής ελληνικός πληθυσμός της Θράκης οδηγήθηκε σε οικονομική εξαθλίωση, υπέστη κοινωνική αποδιοργάνωση και μέσα σε λίγους μήνες κατέληξε ανέστιος και πρόσφυγας.

Κατά τη διάρκεια του 1914, οι Τούρκοι απέλασαν προς την Ελλάδα 124.432 Ανατολικοθρακιώτες ελληνικής καταγωγής. Οι απελάσεις έγιναν σε πολύ σύντομο διάστημα, εφαρμόστηκαν παντού ομοιόμορφα, πράγμα που δηλώνει ταυτόσημες οδηγίες κι ότι όλα έγιναν βάσει σχεδίου. Σημαντικός παράγοντας στην κατάρτιση του σχεδίου υπήρξε η παρουσία της γερμανικής στρατιωτικής αποστολής. Το 1915, όταν έκλεισαν τα Δαρδανέλλια (εκστρατεία της Καλλιπόλεως), άλλες 88.485 εξορίστηκαν στη Μικρά Ασία, με όρους εξοντωτικούς, πάλι βάσει σχεδίου που εφαρμόστηκε με συνέπεια.

Με το τέλος του Πρώτου Παγκοσμίου πολέμου, οι επιζήσαντες εκτοπισμένοι θα επιστρέψουν στις εστίες τους. Ήταν σχεδόν οι μισοί … Όταν μπήκε ο ελληνικός στρατός στην Ανατολική Θράκη, το 1920, γύρισαν και πολλοί απελαθέντες. Άλλοι, όμως, έμειναν στην Ελλάδα, άλλοι μετανάστευσαν στην Ευρώπη και την Αμερική. Δυο χρόνια αργότερα, ήρθε η διαταγή της εκκένωσης της Ανατολικής Θράκης από κάθε ελληνικό στοιχείο. Η μεγάλη Έξοδος, ο δεύτερος κι οριστικός Διωγμός, πραγματοποιήθηκε το φθινόπωρο του 1922.»

Το Δ.Σ της Θρακικής Εστίας Βέροιας ευχαριστεί την κ. Βασιλική Τσακόγλου, για την τιμή που της έκανε να παρουσιάσει το βιβλίο της στο χώρο της, ένας χώρος ιδιαίτερα ευαισθητοποιημένος στο θέμα των ξεριζωμένων από τη Θράκη προσφύγων. Άλλωστε κι ένας από τους βασικούς στόχους του συλλόγου της Θρακικής Εστίας είναι να διατηρηθεί άσβεστη στις μνήμες των Θρακιωτών, αλλά και όλων των Ελλήνων, η ιστορία των προγόνων τους.

Στην εκδήλωση παρέστησαν ο εκπρόσωπος του Μητροπολίτη Πανοσιολογιότατος π. Αθηναγόρας, η αντιδήμαρχος κ. Αρχοντάκη, ο δημοτικός σύμβουλος κ. Κούτρας, ο επίτιμος πρόεδρος της Θ.Ε.Β. Αγιαννίτης Απόστολος, μέλη των Δ.Σ. «Φίλοι του Βυζαντινού Μουσείου Βέροιας» και «Θρακικής Εστίας Βεροίας και φίλοι των δύο συλλόγων.